
ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ
ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΑΡ. 1 [1957]
ΙΙ
…Χρόνια τώρα πηγαίνουν κι έρχονται τα ζευγάρια. Τα πό-
μολα στις πόρτες
φθαρμένα από ανήσυχα ταραγμένα χέρια
ξεφλουδισμένα τα κάγκελα των κρεββατιών από ερεθισμέ-
να νύχια που σπάζαν
μια μυρωδιά θαμπή από πολλές περαστικές ζωές και πα-
λιά ανήμπορα έπιπλα
απελπισμένες γυναίκες που δόθηκαν μονάχα για να ξεφύ-
γουν τη μοναξιά
κι άλλες για να ξεχάσουν εκείνον, ή από εκδίκηση
ή για να μπορούνε ύστερα στη συντριβή και τη μετάνοια
να βρίσκουν επιτέλους κάποιο προορισμό
κι άλλες, έτσι, γιατί η ζωή είναι λίγη και πρέπει να την γλε-
ντάει κανείς.
Κι άντρες, που όσο και αν προσπάθησαν να δοθούν, δεν κα-
τορθώσανε
παρά να συνεχίζουν την πανάρχαιη αρσενική τρέλλα της
απόχτησης.
Κρεββάτια ανασκαμμένα από την ανθρώπινη απελπισία
που έψαξε για λίγη ηδονή. Χάδια
σαν τις απεγνωσμένες χειρονομίες των ζητιάνων που προ-
σπαθούν να γαντζωθούν στον οίχτο
φιλιά με απρόσμενο σπαρακτικό βάθος.
Πάνω στα υγρά τσαλακωμένα σεντόνια μαραίνονταν το
γέλιο των αγέννητων παιδιών.
Και πάντα ο χρόνος
από δυο ανθρώπους που αγαπιόντουσαν παράφορα
κάνοντας σε λίγο δυο αδιάφορους ξένους
που σ’ άλλα τώρα βαθειά κρεβάτια πάνε να πλαγιάσουν
και σμίγουν και χωρίζουν οι άνθρωποι
και δεν παίρνει τίποτα ο ένας απ’ τον άλλον.
Γιατί ο έρωτας
είναι ο πιο δύσκολος δρόμος να γνωριστούν.