Στη νέα στήλη της Βιβλιοθήκης μας “Συνεντεύξεις με Βοιωτούς συγγραφείς”, σήμερα φιλοξενείται η εκπαιδευτικός και συγγραφέας ΕΛΕΝΗ ΡΑΠΤΗ και απαντά στα ερωτήματά μας με αφορμή την παρουσίαση του βιβλίου της ΚΑΛΩΣΗΛΘΕΣ ΚΑΙ ΠΑΛΙ στη Βιβλιοθήκη μας (03/12/2022).
Πώς ξεκινήσατε να γράφετε αυτό το βιβλίο; Υπάρχει κάποιο αρχικό ερέθισμα;
Αν το «πώς» αφορά κυρίως στον λόγο, θα πω ότι ξεκίνησα αυτό το βιβλίο θέλοντας να γράψω κάτι λιγότερο σύνθετο, σε σχέση με κάποιο άλλο ήδη ολοκληρωμένο βιβλίο, του οποίου η γραφή διήρκησε δύο και πλέον δεκαετίες της ζωής μου. Το ερέθισμα ήταν το υλικό που σιγά σιγά συσσωρευόταν μέσα μου καθώς παρακολουθούσα το μεγάλωμα συγγενών και μαθητών, με τις αγωνίες και τον αγώνα τους, τις ελπίδες και τους φόβους τους, κυρίως όμως τις σχέσεις με τους συνομηλίκους τους και τον ρόλο που αυτές διαδραματίζουν συνήθως στη διαμόρφωση του χαρακτήρα τους και στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουν τη ζωή εν γένει. Αφορμή στάθηκε ένα ταξίδι που έκανα με την κόρη μου στην Φλωρεντία -απ’ όπου και το εξώφυλλο- και ένα γεγονός που έλαβε χώρα εκεί, δύο χρόνια πριν το γράψιμο του βιβλίου. Αυτό, λοιπόν, το υλικό, κάποια στιγμή υπήρξε ανάγκη να εκφραστεί, να αποτυπωθεί με λόγια.
Ποιο θεωρείτε ότι είναι το βαθύτερο θέμα που σας απασχόλησε γράφοντας το βιβλίο;
Τρία ήταν τα θέματα που με απασχόλησαν γράφοντας το βιβλίο. Το πρώτο είναι εμφανές σε όλο το βιβλίο και είναι η αξία και η δύναμη της κατανόησης και της συγχώρεσης. Η σύμπλευση με τον συνάνθρωπο δεν μπορεί να ευδοκιμήσει, αν δεν χαρακτηρίζεται από αξίες όπως αυτές που προανέφερα. Είναι αναγκαίο να μπαίνουμε στην θέση του άλλου, να τον νιώθουμε, για να μπορούμε να εξηγήσουμε με την διττή του έννοια -αιτίας και σκοπού- κυρίως το γιατί και στη συνέχεια το πώς. Η δεύτερη φροντίδα, έγνοια μου σχεδόν, ήταν να αναδείξω τον ρόλο της μάνας με όλα τα αρχέγονα στοιχεία που αυτός ενσωματώνει ως έννοια, επικεντρώνοντας κυρίως στο μεγαλείο του ψυχισμού της και στις διακυμάνσεις του εύρους των συναισθημάτων της. Το τρίτο θέμα, το οποίο δεν αναφέρεται συχνά, αλλά είναι ωσεί παρόν σε όλο το κείμενο, είναι η στάση μας απέναντι στα υπερήλικα αδύναμα άτομα. Έχουν γίνει συζητήσεις επί συζητήσεων επί του θέματος, και η στάση που συνήθως υιοθετείται είναι να δίνεται προτεραιότητα στην συνέχειά μας (τα παιδιά μας) και όχι στο παρελθόν μας (τους γονείς μας). > Σύμφωνα με τον Vassili Kandinsky, δύο είναι τα βασικά σχήματα της γης: ο κύκλος και η ευθεία. Αυτό, νομίζω, που προσιδιάζει στην ζωή -και βεβαίως στην ανθρώπινη- είναι ο κύκλος. Το κάθε σημείο της περιφέρειας γειτνιάζει εκατέρωθεν με άλλο σημείο. Σημείο της περιφέρειας με επιλεκτική μονόπλευρη γειτνίαση δεν υφίσταται. Είμαστε ένας μεσογειακός λαός με άρωμα από Ανατολή και Δύση, που νομίζουμε ότι θα γίνουμε περισσότερο πολιτισμένοι, υιοθετώντας -συχνά και άκριτα- ακραία στοιχεία του ορθολογισμού της Δύσης. Νομίζω, πρέπει να ξαναβάλουμε στη ζωή μας τον σεβασμό στην ανημπόρια της τρίτης ηλικίας, να συντονιστούμε περισσότερο με κάποιες αλήθειες και αξίες της ζωής απ’ τις οποίες ξεστρατίσαμε, «κάνοντας επικίνδυνη διάκριση ανάμεσα σε πνεύμα και σε ύλη». Ο Επίκτητος λέει ότι οι ρόλοι του ανθρώπου στους οποίους καλείται αυτός να ανταποκριθεί είναι 4, μεταξύ των οποίων του γιου και του αδελφού· δεν αναφέρει τον ρόλο του γονιού· ο τελευταίος είναι δεδομένος. Τον ρόλο, λοιπόν, την ιδιότητα του γονιού, που στις μέρες μας είναι λίγο ξεχασμένη, ήθελα να θυμίσω, για να γίνει με πνεύμα πολύπλευρα αγαπητικό η αυτοκίνησή μας, για να υπάρχει συμμετρία…
Αν θέλατε να συστήσετε το βιβλίο σας στους αναγνώστες που δεν γνωρίζουν τίποτε για σας, με ποια λόγια θα το παρουσιάζατε;
Για να παρουσιάσω η ίδια το βιβλίο μου, θα περιοριζόμουν σε μία μικρή περίληψη· τα υπόλοιπα είναι θέμα των αναγνωστών. Κατ’ αρχήν είναι ένα βιβλίο που απευθύνεται σε όλους τους ανθρώπους γιατί, όπως προανέφερα, κάνει επίκληση σε αξίες που αφορούν στο σύνολο των ανθρώπων ανεξάρτητα από ηλικία, φύλο, καλλιέργεια ή προσωπική κατάσταση. Όμως η θεματολογία του κεντρίζει, νομίζω, κυρίως τους γονείς και ίσως κατά τι περισσότερο τις γυναίκες και μητέρες. Η σχέση μητέρας κόρης δεσπόζει στο κείμενο αγγίζοντας πολλές φορές στις εκδηλώσεις της τις δύο πλευρές του εκκρεμούς, με μία κόρη να ζει όλα τα παρεπόμενα μίας μονογονεϊκής οικογένειας, και μία μητέρα να προσπαθεί να καλύψει τα κενά που άφησε πίσω του με την φυγή του ο πατέρας, και να θωρακίσει το παιδί για να αντέξει την «εγκατάλειψη» και κυρίως το στίγμα του παιδιού της διαλυμένης οικογένειας. Η εγγραφή αυτής της φυγής στον σκληρό δίσκο που μικρού παιδιού κρύβει πόνο, μία πληγή που οδηγεί σε κρίση, η οποία με την σειρά της θα οδηγηθεί σε ρήξη, όταν ο πατέρας απροσδόκητα θα κάνει την επανεμφάνισή του θέλοντας την επανασύνδεση με το παιδί του. Το θέμα εντοπίζεται στο αν η εγγραφή, ο πόνος, ο θυμός αφήνουν περιθώρια στο παιδί να δώσει μία δεύτερη ευκαιρία στον πατέρα, και στην κατεύθυνση της στάσης που θα κρατήσει η μητέρα, προκειμένου να πετύχει την εσωτερική ισορροπία και υγεία του παιδιού της. Είναι δύσκολο το μεγάλωμα ενός παιδιού στις μέρες μας, πόσο μάλλον το μεγάλωμα ενός παιδιού μονογονεϊκής οικογένειας.
Υπάρχει κάτι που ανακαλύψατε κατά τη συγγραφή του βιβλίου;
Ναι, και ήταν τεράστια έκπληξη αυτό για μένα. Και στα δύο εγχειρήματα άλλη ήταν η αρχική μου σύλληψη για την εξέλιξη της υπόθεσης και κυρίως για το τέλος τους. Σε άλλους δρόμους είχα αποφασίσει να βαδίσω αρχικά, και σε άλλους δρόμους βρέθηκα να πορεύομαι εντέλει, και μάλιστα αξιοποιώντας όλες τις πράξεις τις αριθμητικής. Υπήρχε καταιγισμός σκέψεων, ιδεών, προβληματισμών, αμφιβολιών, ξεκινώντας η γραφή, για το πώς ήταν καλύτερα να εξελιχθεί το κείμενο. Αλλού με πήγαινε κάθε φορά από μόνο του αυτό. Κρατήθηκαν μόνο πιστά στον αρχικό σχεδιασμό τα βασικά γνωρίσματα των ηρώων και η προσέγγιση και αντιμετώπιση ενός συγκεκριμένου θέματος.
Ποιες προκλήσεις κρύβει η γραφή;
Η συγγραφή ενός βιβλίου είναι ένα ιδιαίτερο ταξίδι, πολυκύμαντο και πολυσήμαντο γεμάτο με προκλήσεις. Γράφοντας αφιερώνεις περισσότερο χρόνο να σκεφτείς και να οργανώσεις καλύτερα και πιο ολοκληρωμένα τις σκέψεις σου, και αυτό σε οδηγεί στην ανακάλυψη πτυχών της ίδιας σου της προσωπικότητας. Είναι ένα ταξίδι αυτοανακάλυψης. Συντονίζεσαι καλύτερα με τον εαυτό μου, όταν οι σκέψεις σου γίνονται λέξεις. Η ίδια η γραφή προϋποθέτει έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωής· μια συνεχή ενατένιση του δικού σου εαυτού και του εαυτού των άλλων. Απαιτεί μια οξυμμένη ενσυναίσθηση απέναντι στην ανθρώπινη κατάσταση. Αυτά αναπόφευκτα σε αλλάζουν. Σε κάνουν περισσότερο παρατηρητή και λιγότερο συμμέτοχο. Η γραφή σε βοηθά να γνωρίσεις τον εαυτό σου και να τον παρακολουθείς να αλλάζει.
Από την άλλη υπάρχουν συναισθήματα που καταπνίγονται, περιστατικά που συχνά αποσιωπούνται, γεγονότα που δύσκολα αναφέρονται, όμως πολλά από αυτά πιο εύκολα γράφονται· και καθώς γράφονται και βγαίνουν ξανά στην επιφάνεια, μπορούν και εξηγούνται και συνειδητοποιούνται και έτσι ανακαλύπτονται. Για να γράψεις, αναζητάς συνεχώς νέες φόρμες, πειραματίζεσαι συνεχώς με τη μορφή και την ουσία, και αυτό είναι ένα παιχνίδι απίστευτης, μοναδικής γοητείας.
Επίσης η δαιδαλώδης πορεία στην οποία αναγκαστικά σε μπάζει η προσπάθεια να κτίσεις με ισορροπία και αρμονία τα στοιχεία της πραγματικότητας με εκείνα της μυθοπλασίας, που παρουσιάζονται σε μία αφήγηση, είναι άλλη μία πρόκληση που αντιμετωπίζει ένας δημιουργός. Οφείλεις να αξιοποιήσεις με πρωτοτυπία και στοχασμό το σύνολο των στοιχείων που δομούν την ιστορία και να διαμορφώσεις ολοκληρωμένους χαρακτήρες. Βρίσκεσαι σε μια εγρήγορση γιατί συνεχώς γεννιούνται διλήμματα και είναι ανάγκη να παίρνεις αποφάσεις.
Πείτε μας τρεις τίτλους βιβλίων και τρεις συγγραφείς που σας επηρέασαν.
Χωρίς δεύτερη σκέψη επιλέγω τρία βιβλία, τα οποία θεωρώ κορυφαία στο είδος τους και επηρέασαν την σκέψη μου γενικώς:
1. «ΤΟ ΘΕΩΡΗΜΑ ΤΟΥ ΠΑΠΑΓΑΛΟΥ» του Denis Guedj. Έχει ειπωθεί ότι υπάρχει μία σημαντική ομοιότητα και διαφορά μεταξύ της επιστήμης της Φιλολογίας και εκείνης των Μαθηματικών: και οι δύο ανεβάζουν τον άνθρωπο στον ουρανό, όμως μόνο τα Μαθηματικά τον επαναφέρουν στη Γη. Ως φιλόλογο -αλλά λάτρη της επιστήμης των Μαθηματικών- είναι το βιβλίο που με ταξίδεψε περισσότερο και με έμπασε βαθύτερα στον γοητευτικό λαβύρινθο των Μαθηματικών. (Να αποδοθεί σχηματικά με πηγαίνει από το σπίτι μου στο πεζοδρόμιο μέσω Θεσσαλονίκης).
2. «Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΘΕΟΣ» του Gerald Messadie. Με επηρέασε -ανεξάρτητα από πεποιθήσεις-η έρευνα και η προσεκτική μελέτη του συγγραφέα, η προσπάθειά του να φωτίσει ιστορικά γεγονότα και να ερμηνεύσει φαινόμενα δυσερμήνευτα.
3. «Ο Καραϊσκάκης» του Δ. Φωτιάδη. Μία αριστουργηματική βιογραφία του κλεφτοκαπετάνιου και ήρωα της Εθνικής Παλιγγενεσίας, με πολλές αλήθειες για τον ρόλο που διαδραμάτισαν στην Ελληνική Επανάσταση ντόπιοι παράγοντες, καθώς και άλλες αμφιλεγόμενες προσωπικότητες, ομοεθνών και αλλοεθνών, που ήρθαν στην Ελλάδα στη διάρκεια της Επανάστασης για να καρπωθούν οφέλη.
Η Ελένη Ράπτη γεννήθηκε στον Ελικώνα Βοιωτίας και μεγάλωσε στη Λιβαδειά. Σπούδασε φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, και υπηρέτησε σε διάφορα σχολεία του εσωτερικού και του εξωτερικού -Αφρική και Αυστραλία.
Δραστηριοποιήθηκε στον τομέα της διατήρησης και διάδοσης της λαϊκής παράδοσης, ενώ ποιήματά της έχουν δημοσιευτεί σε περιοδικά Τέχνης και Λόγου.
Έχει μία κόρη, τη Λουκιανή, και διαμένει μόνιμα στη Λιβαδειά.